Γιανγκ, Νιλ — (Neil Young, Τορόντο 1945 –). Καναδός μουσικός. Τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης και στιχουργός, ο Γ. θεωρείται από τους κορυφαίους της ροκ μουσικής. Μετακόμισε με την οικογένειά του σε μικρή ηλικία στο Γουίνιπεγκ, όπου άρχισε να πειραματίζεται … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Βίκτορ — (Victor Young, Σικάγο 1900 – 1956). Αμερικανός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής και διευθυντής ορχήστρας, πολωνικής καταγωγής. Από τους σημαντικούς δημιουργούς στη μουσική του 20ού αι., ο Γ. σπούδασε στο Ωδείο της Βαρσοβίας και επέστρεψε στις… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Γουίλιαμ — (William Young, ; 1671). Άγγλος μουσικός. Βιολιστής, φλαουτίστας και συνθέτης, υπηρέτησε στην αυλή του αρχιδούκα του Ίνσμπουργκ και αργότερα του βασιλιά της Αγγλίας. Έγραψε σονάτες δωματίου, φαντασίες, άριες, χορούς και άλλα οργανικά κομμάτια … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Έντουαρντ — (Edward Young, Απέμ 1683 – Γουέλιν 1765). Άγγλος ποιητής. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Τα σπουδαιότερα έργα του είναι οι Σκέψεις για την πρωτότυπη δημιουργία (1759) και το θρησκευτικό ποίημα Νυχτερινέςσκέψεις για τη ζωή, τον… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Μπρίγκαμ — (Brigham Young, 1801 – 1877). Αμερικανός ηγέτης των Μορμόνων, θρησκευτικής αίρεσης των ΗΠΑ. Το 1847 ίδρυσε κοντά στην Αλμυρή λίμνη μορμονική αποικία, η οποία έγινε πρωτεύουσα της πολιτείας Γιούτα με την ονομασία Πόλη της Αλμυρής Λίμνης (Salt Lake … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Όουεν — (Owen Young, 1874 – 1962). Αμερικανός αξιωματούχος. Το όνομά του συνδέθηκε με το σχέδιο που υπέβαλε στη διασυμμαχική επιτροπή για τις οφειλόμενες αποζημιώσεις από τη Γερμανία στους Συμμάχους, εξαιτίας των καταστροφών κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Σίντνεϊ — (Sidney Young, 1857 – 1937). Άγγλος χημικός. Υπήρξε καθηγητής στο κολέγιο της Αγίας Τριάδας του Δουβλίνου (Trinity College), καθώς και συνεργάτης του διάσημου χημικού Γουίλιαμ Ράμσεϊ. Έγινε γνωστός για τις έρευνές του στη φυσικοχημεία… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Τόμας — (Thomas Young, Μίλβερτον 1773 – Λονδίνο 1829). Άγγλος φυσικός, γιατρός και αιγυπτιολόγος. Ο Γ. ήταν προικισμένος με εξαιρετικές ικανότητες και υπήρξε παιδί θαύμα. Σε ηλικία δύο ετών άρχισε να διαβάζει και στα τέσσερα μπορούσε με άνεση να… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Τσαρλς Όγκοστ — (Charles August Young, 1834 – 1908). Αμερικανός αστροφυσικός. Υπήρξε καθηγητής των μαθηματικών και της φυσικής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Οχάιο (1858 67) και της αστρονομίας και της φυσικής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον (1877… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Τσεν Νινγκ — (Chen Ning Yang,Χοφέι 1922 –). Αμερικανός θεωρητικός φυσικός, κινεζικής καταγωγής. Σπούδασε στην Κίνα και στο Σικάγο, όπου υπήρξε μαθητής του Φέρμι και βραβεύτηκε το 1948. Το 1956, σε συνεργασία με τον Τσουνγκ Ντάο Λι, απέδειξε ότι η συμμετρία… … Dictionary of Greek
Γιανγκ, Φράνσις Μπρετ — (Francis Brett Young, 1884 – 1954). Άγγλος μυθιστοριογράφος. Γιατρός στο επάγγελμα, έζησε για μεγάλο διάστημα στην Ιταλία και έγραψε πολυάριθμα μυθιστορήματα διατρέχοντας διαδοχικά τις φάσεις της δραματικής περιπέτειας, της ψυχολογίας και του… … Dictionary of Greek